Όταν το 2013 ο πατέρας μου μου ζήτησε να διαβάσω αποσπάσματα από το βιβλίο για γονείς που ετοίμαζε, η μεγάλη μου κόρη ήταν ενός έτους και κάτι. Διαβάζοντας κάποιες ιστορίες, του είπα: «Ενδιαφέρουσες ιστορίες, αλλά δεν προτείνεις λύσεις στα προβλήματα των γονέων». Βλέπετε, είχα μόλις τελειώσει ένα βιβλίο για το τι να περιμένεις από τον πρώτο χρόνο του παιδιού σου, όπου ευλαβικά κάθε μήνα σημείωνα τι είχε κατακτήσει το μωρό μου (μπόρεσε να καθίσει; να γυρίσει ανάσκελα;) και τι όχι. Προφανώς και ήταν κάτι που μου προκαλούσε μεγάλο άγχος, το να συγκρίνω το μωρό μου με το «ιδεατό» μωρό, και μου στερούσε τη χαρά του να βρίσκομαι μαζί του όπως ακριβώς ήταν και ήμουν, αλλά δεν το καταλάβαινα τότε.
Μόλις κυκλοφόρησε το βιβλίο, από τις πρώτες κριτικές που άκουσα από φίλη μαμά ήταν: «Μεταξύ μας, δε λέει και κάτι καινούριο. Τα ξέρουμε αυτά που γράφει». Μια κριτική που τη θεωρώ άδικη για οποιοδήποτε βιβλίο, «καλό» ή «κακό». Καταλαβαίνω όμως από πού προέρχεται. Ξεκινάει πάλι από την ανάγκη μας ως γονιών για ένα manual γονεϊκότητας με έτοιμες απαντήσεις. Τι να κάνω, τι να μην κάνω. Το βιβλίο αυτό σε καμία περίπτωση δεν παρέχει κάτι τέτοιο.
Το Μεγαλώνοντας (με) το παιδί μου σε καλεί, μέσα από ιστορίες σχέσεων γονιών και παιδιών, να κάνεις μια δική σου μοναδική εσωτερική ανασκόπηση. Να εστιάσεις στον εαυτό σου και στο τώρα. Να δεις το παιδί σου σαν μια μοναδική σχέση ζωής και όχι σαν ένα ακόμα project που πρέπει να φέρεις εις πέρας. Να κοιτάξεις πίσω, στο δικό σου παρελθόν και στη σχέση σου με τους δικούς σου γονείς, είτε βρίσκονται στη ζωή είτε όχι, και να το δεις πιο αντικειμενικά, από μια ενήλικη σκοπιά. Να αναγνωρίσεις τα δικά σου συναισθήματα κι από πού προέρχονται. Να μπορείς να καταλάβεις και να διαχειριστείς τον θυμό σου. Το βιβλίο αυτό είναι μια κλοτσιά στους γονείς προς τη δική τους ενηλικίωση. Κι όλα τα παραπάνω, επειδή απαιτούν δουλειά με τον ίδιο μας τον εαυτό και αυτοκριτική, δεν είναι ευπρόσδεκτα από όλους τους αναγνώστες.
Είναι μοναδικό το πώς ο πατέρας μου μέσα σε λίγες σελίδες έχει καταφέρει να συνοψίσει τη βάση της γονεϊκότητας χωρίς να αναφερθεί σε κανέναν επιστημονικό όρο. Σε καλεί να δεις πίσω από τη συμπεριφορά των παιδιών, να μαντέψεις τι αισθάνονται και τι χρειάζονται. Να τα κατανοήσεις, να μπεις στη θέση τους και να δεις την πραγματικότητα μέσα από τα δικά τους μάτια. Να είσαι παρών με την καρδιά, το μυαλό και τη φυσική σου παρουσία στη ζωή τους. Να τα παρατηρήσεις και να τα περιγράψεις όπως ακριβώς είναι, κι όχι όπως θα ήθελες να είναι. Σε καλεί να τα ακούσεις και να επικοινωνήσεις μαζί τους χωρίς προκαταλήψεις. Να τα εμπιστευθείς και να τους δώσεις χώρο να αναπτυχθούν και να εκφραστούν όπως θέλουν. Να τα ενθαρρύνεις χωρίς να τους βάζεις ταμπέλες με αρνητικό ή θετικό πρόσημο. Τέλος, σε καλεί να είσαι αυθεντικός και να καταφέρεις να αντλήσεις χαρά και ικανοποίηση μέσα από τη μοναδική σου σύνδεση με τα παιδιά σου.
Μπορώ να πω ότι μετά από δέκα χρόνια κυκλοφορίας αυτό το βιβλίο παραμένει εξαιρετικά επίκαιρο και διαχρονικό. Μπορεί «να τα ξέρω όσα γράφει» και να «μη μας λέει και τίποτα καινούριο», αλλά όσες φορές κι αν το διαβάσω, βρίσκω νέες ερμηνείες και διαφορετικά νοήματα μέσα από τις ίδιες ιστορίες ανθρώπων. Κι αυτό ακριβώς είναι κάτι που κάνει το συγκεκριμένο βιβλίο για γονείς τόσο ιδιαίτερο.
*Το βιβλίο Μεγαλώνοντας (με) το παιδί μου κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη.