Αφορμή για τη συνέντευξη αυτή στάθηκε η ανάγνωση του βιβλίου του ψυχιάτρου Κώστα Γκοτζαμάνη «Μεγαλώνοντας (με) το παιδί μου», (Εκδόσεις Πατάκη) που με κέρδισε αμέσως, καθώς πραγματεύεται ένα πολύ δύσκολο θέμα, τις οικογενειακές σχέσεις, με οξυδέρκεια και χιούμορ. Με τον ιδιαίτερο τρόπο του, ο Γκοτζαμάνης καταφέρνει να γράψει ένα σύγχρονο οδηγό επιβίωσης για οικογένειες και άτομα, εύληπτο, χωρίς θεωρητική ορολογία, χρήσιμο για όλους τους γονείς!
Τι σας οδήγησε να γράψετε το βιβλίο “Μεγαλώνοντας (με) το παιδί μου’’; Το αρχικό μου κίνητρο ήταν να μιλήσω για τις σχέσεις ανάμεσα σε γονείς και παιδιά με διαφορετικό τρόπο, αποφεύγοντας, δηλαδή, τις έτοιμες απαντήσεις του «ειδικού» ή τους συνήθεις στομφώδεις αφορισμούς. Ήθελα να μοιραστώ με τον αναγνώστη το δικό μου τρόπο αντίληψης των πραγμάτων, σκέψης, επεξεργασίας των δεδομένων, λήψης αποφάσεων και δράσης. Προσπάθησα να τοποθετηθώ στην πλευρά του αναγνώστη και όχι απέναντί του. Προσπάθησα, επίσης, ο λόγος να είναι προφορικός, σαν να μιλάω όσο πιο απλά γίνεται σ’ έναν φίλο για την εμπειρία μου, για ιστορίες που έζησα ή άκουσα. Το βιβλίο συγκροτείται από μια σειρά ιστοριών που, με τρόπο συνειρμικό, η μια οδηγεί στην επόμενη, γι’ αυτό το λόγο παρακαλώ τον αναγνώστη να τις διαβάσει με τη σειρά. Παρεμβάλλονται ελάχιστα σχόλια, καθώς δεν μ’ ενδιέφερε να δώσω τις δικές μου απαντήσεις.
Ποια είναι τα βασικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική οικογένεια; Η ελληνική οικογένεια επιμένει να αντιμετωπίζει καινούριες προκλήσεις με παλιές συνταγές. Σε γενικές γραμμές δεν έχει καταφέρει ακόμη να προσαρμόσει τη λειτουργία της στις νέες συνθήκες. Ναι μεν η παραδοσιακή οικογένεια έχει ουσιαστικά εκλείψει μαζί με την εξαφάνιση της παραδοσιακής κοινότητας, όμως όλοι μας κουβαλάμε ένα κομμάτι παραδοσιακού εαυτού που αποτελείται από στάσεις και συμπεριφορές που υιοθετήθηκαν από τις προηγούμενες γενιές για να μπορούν να αντιμετωπίζουν τις συνθήκες της ζωής της εποχής τους. Η μητέρα εξακολουθεί να είναι το κεντρικό πρόσωπο της οικογένειας, ενώ ο πατέρας, εξακολουθεί να θεωρεί τη συμμετοχή του στις λειτουργίες του σπιτιού και στο μεγάλωμα των παιδιών του μια δευτερεύουσα απασχόληση. Εντωμεταξύ, η σύγχρονη οικογένεια δεν διαθέτει πια τη στήριξη μιας κοινότητας που να την περιβάλλει και να την τροφοδοτεί με έτοιμες απαντήσεις για το τι πρέπει να κάνει σε κάθε περίσταση, για το τι είναι σωστό και τι είναι λάθος. Έτσι, ο γονιός είναι υποχρεωμένος να ασκηθεί σε νέες δεξιότητες για να καταφέρει να κάνει κάτι που δεν ξέρει και κανείς δεν του έχει διδάξει: να συζητά με τον εαυτό του, να συζητά και να συνεργάζεται με τα παιδιά του και, κυρίως, με τον άλλο γονιό. Με άλλα λόγια, ο σύγχρονος γονιός δεν μπορεί να μεγαλώνει τα παιδιά του αν δεν δουλεύει με τον εαυτό του, αν δεν ‘’μεγαλώνει’’ και ο ίδιος.
ΜΕΓΑΛΩΝΟΝΤΑΣ (ΜΕ) ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ
Αφορμή για τη συνέντευξη αυτή στάθηκε η ανάγνωση του βιβλίου του ψυχιάτρου Κώστα Γκοτζαμάνη «Μεγαλώνοντας (με) το παιδί μου», (Εκδόσεις Πατάκη) που με κέρδισε αμέσως, καθώς πραγματεύεται ένα πολύ δύσκολο θέμα, τις οικογενειακές σχέσεις, με οξυδέρκεια και χιούμορ. Με τον ιδιαίτερο τρόπο του, ο Γκοτζαμάνης καταφέρνει να γράψει ένα σύγχρονο οδηγό επιβίωσης για οικογένειες και άτομα, εύληπτο, χωρίς θεωρητική ορολογία, χρήσιμο για όλους τους γονείς!
Τι σας οδήγησε να γράψετε το βιβλίο “Μεγαλώνοντας (με) το παιδί μου’’; Το αρχικό μου κίνητρο ήταν να μιλήσω για τις σχέσεις ανάμεσα σε γονείς και παιδιά με διαφορετικό τρόπο, αποφεύγοντας, δηλαδή, τις έτοιμες απαντήσεις του «ειδικού» ή τους συνήθεις στομφώδεις αφορισμούς. Ήθελα να μοιραστώ με τον αναγνώστη το δικό μου τρόπο αντίληψης των πραγμάτων, σκέψης, επεξεργασίας των δεδομένων, λήψης αποφάσεων και δράσης. Προσπάθησα να τοποθετηθώ στην πλευρά του αναγνώστη και όχι απέναντί του. Προσπάθησα, επίσης, ο λόγος να είναι προφορικός, σαν να μιλάω όσο πιο απλά γίνεται σ’ έναν φίλο για την εμπειρία μου, για ιστορίες που έζησα ή άκουσα. Το βιβλίο συγκροτείται από μια σειρά ιστοριών που, με τρόπο συνειρμικό, η μια οδηγεί στην επόμενη, γι’ αυτό το λόγο παρακαλώ τον αναγνώστη να τις διαβάσει με τη σειρά. Παρεμβάλλονται ελάχιστα σχόλια, καθώς δεν μ’ ενδιέφερε να δώσω τις δικές μου απαντήσεις.
Οι γονείς μπορούν να “εκπαιδευτούν” από έναν ψυχίατρο, ώστε να γίνουν καλύτεροι και να μεγαλώσουν ορθότερα τα παιδιά τους; Σήμερα χρειαζόμαστε εκπαίδευση για να χρησιμοποιήσουμε το καινούργιο κινητό τηλέφωνο, για να κάνουμε την φορολογική μας δήλωση, για να μπορέσουμε να ταξιδέψουμε με το αεροπλάνο. Ο σύγχρονος άνθρωπος είναι υποχρεωμένος να παρακολουθεί τις εξελίξεις, να εκπαιδεύεται σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, να προσαρμόζεται στις νέες συνθήκες και να αξιοποιεί τις νέες δυνατότητες. Για τους ίδιους ακριβώς λόγους και οι σημερινοί γονείς χρειάζονται εκπαίδευση, προκειμένου να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τις νέες προκλήσεις που προκύπτουν από τις ραγδαίες αλλαγές στις κοινωνικές συνθήκες. Οι θεραπευτές οικογένειας, όχι μόνο ψυχίατροι, θα μπορούσαν να βοηθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά η οργάνωση και η υποστήριξη αυτής της διαδικασίας θα έπρεπε να αποτελεί υποχρέωση και πρώτη προτεραιότητα της κοινωνίας.
Ποια είναι τα βασικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική οικογένεια; Η ελληνική οικογένεια επιμένει να αντιμετωπίζει καινούριες προκλήσεις με παλιές συνταγές. Σε γενικές γραμμές δεν έχει καταφέρει ακόμη να προσαρμόσει τη λειτουργία της στις νέες συνθήκες. Ναι μεν η παραδοσιακή οικογένεια έχει ουσιαστικά εκλείψει μαζί με την εξαφάνιση της παραδοσιακής κοινότητας, όμως όλοι μας κουβαλάμε ένα κομμάτι παραδοσιακού εαυτού που αποτελείται από στάσεις και συμπεριφορές που υιοθετήθηκαν από τις προηγούμενες γενιές για να μπορούν να αντιμετωπίζουν τις συνθήκες της ζωής της εποχής τους. Η μητέρα εξακολουθεί να είναι το κεντρικό πρόσωπο της οικογένειας, ενώ ο πατέρας, εξακολουθεί να θεωρεί τη συμμετοχή του στις λειτουργίες του σπιτιού και στο μεγάλωμα των παιδιών του μια δευτερεύουσα απασχόληση. Εντωμεταξύ, η σύγχρονη οικογένεια δεν διαθέτει πια τη στήριξη μιας κοινότητας που να την περιβάλλει και να την τροφοδοτεί με έτοιμες απαντήσεις για το τι πρέπει να κάνει σε κάθε περίσταση, για το τι είναι σωστό και τι είναι λάθος. Έτσι, ο γονιός είναι υποχρεωμένος να ασκηθεί σε νέες δεξιότητες για να καταφέρει να κάνει κάτι που δεν ξέρει και κανείς δεν του έχει διδάξει: να συζητά με τον εαυτό του, να συζητά και να συνεργάζεται με τα παιδιά του και, κυρίως, με τον άλλο γονιό. Με άλλα λόγια, ο σύγχρονος γονιός δεν μπορεί να μεγαλώνει τα παιδιά του αν δεν δουλεύει με τον εαυτό του, αν δεν ‘’μεγαλώνει’’ και ο ίδιος.
Είναι οι Έλληνες γονείς έτοιμοι να επισκεφτούν έναν ειδικό, όταν δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στην καθημερινότητά τους ή αυτό αποτελεί ακόμα θέμα ταμπού; Είναι γεγονός ότι μέχρι πριν από λίγα χρόνια οι γονείς αντιμετώπιζαν με δυσπιστία και φόβο κάθε συζήτηση που αφορούσε τα του οίκου τους. Έπρεπε τα προβλήματά τους να φτάσουν στο απροχώρητο για να υποχρεωθούν να ζητήσουν βοήθεια, αλλά ακόμη και τότε αντιμετώπιζαν τον ‘’ειδικό’’ με μεγάλη καχυποψία, σαν να ήταν ένας ανεπιθύμητος εισβολέας. Σήμερα αντιμετωπίζουμε όλο και πιο σπάνια ανάλογες στάσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι όλο και πιο συχνά υπάρχουν γονείς που μου ζητούν μια πιστοποίηση για τη δουλειά που έκαναν μαζί μου για να την χρησιμοποιήσουν στο βιογραφικό τους. Επιπλέον, είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι ολοένα και περισσότεροι γονείς αναγνωρίζουν τη σημασία της πρόληψης και συμμετέχουν σε προγράμματα εκπαίδευσης.
Γιατί οι γονείς ταλαιπωρούν τα παιδιά τους; Ακόμη κι αν δεχτούμε ότι όλοι οι γονείς έχουν καλά αισθήματα για τα παιδιά τους, αυτά δεν αρκούν για να τα βοηθήσουν να μεγαλώσουν και να γίνουν αυτόνομοι ενήλικοι. Οι περισσότεροι γονείς είναι πολύ φοβισμένοι απέναντι σε μια διαρκώς μεταβαλλόμενη πραγματικότητα που αισθάνονται να τους απειλεί. Στις περισσότερες περιπτώσεις, χρησιμοποιούν αυτό το φόβο σαν βασικό εργαλείο στην ανατροφή των παιδιών τους με συνέπεια να γίνονται υπερπροστατευτικοί και να εμποδίζουν ή να καθυστερούν το μεγάλωμα και την αυτονόμηση τους.
Τι θα κερδίσει ο αναγνώστης που θα διαβάσει το βιβλίο σας; Η επιθυμία μου είναι ο αναγνώστης να ευχαριστηθεί το βιβλίο, να νιώσει ότι μπορεί να βρει χαρά και νόημα ζωής στη σχέση του με τα άλλα μέλη της οικογένειάς του. Με ενδιαφέρει να αναγνωρίσει τον εαυτό του μέσα στις ιστορίες του βιβλίου, να συνδεθεί συναισθηματικά με αυτές, να ανατρέξει στις δικές του εμπειρίες και να γεννήσει τις δικές του σκέψεις και τις δικές του ιδέες. Με άλλα λόγια, θέλω πάνω απ’ όλα το βιβλίο να γίνει καταλύτης για μια προσωπική διεργασία που θα περιλαμβάνει τα συναισθήματα, τις εμπειρίες και τις σκέψεις τού αναγνώστη και θα οδηγεί στην επεξεργασία των δικών του απαντήσεων.
Μπορείτε να διαβάσετε όλη την συνέντευξη στο talcmag.gr